- αἱμάσσουσα
- αἱμάσσωmake bloodypres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αἱμάσσουσ' — αἱμάσσουσα , αἱμάσσω make bloody pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) αἱμάσσουσι , αἱμάσσω make bloody pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) αἱμάσσουσι , αἱμάσσω make bloody pres ind act 3rd pl (attic epic doric … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αγριάδα — Με την ονομασία αυτή είναι γνωστά τέσσερα είδη φυτών. Τα φυτά αυτά, που ανήκουν στην οικογένεια των αγρωστιδών, λέγονται επιστημονικά αγρόπτερο το έρπον, κυνόδους ο δάκτυλος, πυνικό το έρπον και δακτυλοπόα η αιμάσσουσα διγιταρία η αιματώδης. Το… … Dictionary of Greek
Καραμβάλης, Δημήτρης — (Γιαουντέ, Καμερούν 1953 –). Δικηγόρος και λογοτέχνης. Σπούδασε δημοσιογραφία και νομικά και σταδιοδρόμησε ως δικηγόρος Αθηνών. Παράλληλα ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία. Είναι μέλος του φιλολογικού συλλόγου Παρνασσός, της Εθνικής Εταιρείας… … Dictionary of Greek